Ὀρέστας

Ὀρέστας
Ὀρέστας son of Agamemnon and Klytaimnestra. ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν ξένου Λάκωνος Ὀρέστα (i. e. at Delphi: ταῖς τῆς Φωκίδος· ἧς Στροφίος ὁ πατὴρ Πυλάδου ἐβασίλευεν Σ.) P. 11.16 Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα σὺν Ὀρέστᾳ Αἰολέων στρατιὰν χαλκεντέα δεῦρ' ἀνάγων (sc. Πείσανδρος) N. 11.34

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ὀρέστας — Ὀρέστᾱς , Ὀρέστης masc acc pl Ὀρέστᾱς , Ὀρέστης masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρέστας — ὀρέστᾱς , ὀρέστης masc acc pl ὀρέστᾱς , ὀρέστης masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ορεστιάς — Πόλη στη χώρα των Οδρυσών της Θράκης, που ονομαζόταν παλαιότερα Ουσκουδάμα και ονομάστηκε Ορέστεια ή Ορεστειάς επειδή είχε καταφύγει εκεί ο Ορέστης μετά τον φόνο της μητέρας του. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, ο Ορέστης, όταν οι Ερινύες τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”